Στις 8
Δεκεμβρίου, πεζοπόρες φάλαγγες του τακτικού
Γερμανικού στρατού υπό τον Εμπερσμπέργκερ (Ebersberger), διοικητή του συντάγματος Αιγίου, ο οποίος
ορίστηκε επικεφαλής της «Επιχείρησης Καλάβρυτα» στις 6/12 σε αντικατάσταση του
συνταγματάρχη Wolfinger, φτάνουν στην περιοχή των
χωριών Ρογοί και Κερπινή.
Ο Ebersberger χώρισε το στρατό σε δύο ομάδες. Η μία κατευθύνθηκε προς τους Ρογούς και η άλλη μπήκε στην Κερπινή.
Ο Ebersberger χώρισε το στρατό σε δύο ομάδες. Η μία κατευθύνθηκε προς τους Ρογούς και η άλλη μπήκε στην Κερπινή.
ΤΕΤΑΡΤΗ 8
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1943 - ΚΕΡΠΙΝΗ
Το πρωί της
8-12-1943 - την ίδια ώρα με τους Ρωγούς – ένα τμήμα της μάχιμης ομάδος
Εμπερσμπέργκερ κατέλαβε την Κερπινή. Πολλοί κάτοικοι ήταν της άποψης ότι έπρεπε
να φύγουν και να πάνε στα βουνά. Οι περισσότεροι έμειναν, διότι αν έφευγαν, οι
Γερμανοί θα νόμιζαν ότι βγήκαν αντάρτες και θα καίγανε το χωριό. Εξ άλλου οι
Γερμανοί είχαν ξανάρθει και δεν είχε συμβεί τίποτε.
Οι Γερμανοί
γύριζαν στο χωριό σαν τουρίστες και φάνηκε ότι δεν είχαν κακές προθέσεις.
Οι κάτοικοι τους κάλεσαν στα σπίτια τους, τους κέρασαν και τους φιλοξένησαν. Η
Παρασκευή σύζυγος του Φίλιππα Μπουρή, που είχε καφενείο στην πλατεία, έδωσε σε
έναν Γερμανό ένα κοτόπουλο ψημένο για να φάει. Της έκανε εντύπωση που ο
Γερμανός έτρωγε το κοτόπουλο με μαχαίρι και πιρούνι, και όχι με τα χέρια. Πολιτισμένος
άνθρωπος. Της έφαγε την κότα, της έκαψε και το μαγαζί μαζί με το σπίτι.
Το απόγευμα
οι Γερμανοί φόρτωσαν τα άλογα και εγκατέλειψαν το χωριό, με προορισμό τα
Καλάβρυτα. Οι άνθρωποι ξανάσαναν. Αλλά όχι για πολύ.
Όταν οι
Γερμανοί έφθασαν στην Αγία Παρασκευή, ο διοικητής της μονάδος έλαβε σήμα από
τον Εμπερσμπέργκερ να εκτελέσει το σχέδιο «αντίποινα». Ο Διοικητής επέλεξε ένα
χωράφι λίγο πιο πέρα στη θέση «Λιθακιά», και εκεί έστησε τα πολυβόλα.
Οι
πλουσιοπάροχα φιλοξενηθέντες Γερμανοί επέστρεψαν στο χωριό τελείως αλλαγμένοι.
Τώρα είχαν όψη άγριου θηρίου. Οι κάτοικοι απόρησαν. Οι Γερμανοί τους
καθησύχασαν, λέγοντάς τους ότι ήθελαν απλώς να κάνουν μια σημαντική ανακοίνωση,
και γι’ αυτό έπρεπε να έλθουν όλοι οι κάτοικοι από 16 ετών και πάνω στην
πλατεία. Έστειλαν μερικούς νέους, μεταξύ των οποίων και τον Γενναίο
Βασιλόπουλο, μαζί με Γερμανούς και έναν που μιλούσε σπαστά ελληνικά, να πάνε
από σπίτι σε σπίτι και να ειδοποιήσουν τους κατοίκους. Τρία από αυτά τα παιδιά
υπάκουσαν στη διαταγή και πήγαν να ειδοποιήσουν. Ο Γενναίος και τα υπόλοιπα το
έσκασαν και κρύφθηκαν στο λαγκάδι. Δύο από αυτά τα έπιασαν οι Γερμανοί και δεν
ξαναφάνηκαν.
Κάποιοι που
προσπάθησαν να διαφύγουν, εκτελέστηκαν επί τόπου. Τον Κώστα Καλλιά 21 ετών και
άρρωστο τον σήκωσαν διά της βίας από το κρεβάτι για να τον πάνε στον τόπο της
εκτελέσεως. Επειδή δεν μπορούσε να περπατήσει τον εκτέλεσαν μπροστά στο σπίτι
του.
Ο πατέρας
μου αμφιταλαντευόταν αν θα έπρεπε να πάει στη συγκέντρωση. Σε κάτι τέτοια ήτανε
πρώτος. Είχε όμως μια πικρή εμπειρία, όταν πριν από μήνες - δεν είχε γίνει
ακόμη παπάς - είχαν έρθει οι Ιταλοί και πήγε πρόθυμα να τους ακούσει, και ένας
Ιταλός τον χαστούκισε βάναυσα. Συνεννοήθηκε με τον γείτονα Πανάγο Ρόδη – τα
σπίτια μας είναι κολλητά στο κάτω μέρος του χωριού – και την τελευταία στιγμή
έτρεξαν προς το φαράγγι που έχει βάθος 50 μέτρα, και το κατέβηκαν
κουτρουβαλώντας. Προχώρησαν προς τα κάτω και κρύφθηκαν στην Πρόπαντη. Εκεί
άκουσαν τα πολυβόλα που θέριζαν. Εγώ εκείνη την ημέρα ήμουν έμβρυο 3 μηνών.
Ο Φίλιππας
Μπουρής μόλις είδε τους Γερμανούς να πιάνουν ανθρώπους, ανέβηκε στο ταβάνι του
σπιτιού του που είναι στην πλατεία πάνω από το καφενείο του. Από κει είδε
απέναντι στην Αγία Βαρβάρα μερικούς κατοίκους που τους είχαν μαζέψει, και ήσαν
με τα πουκάμισα, διότι εκείνη η μέρα ήταν σαν καλοκαιρινή. Ο Φίλιππας ανέβηκε
στο ταβάνι διότι υποψιάστηκε σκοτωμούς αλλά όχι φωτιά. Όταν έβαλαν φωτιά
και στο σπίτι του, πήδηξε στο πίσω μέρος που υπήρχε κήπος και παρά λίγο να
κάτσει πάνω σε ένα παλούκι. Μετά ντύθηκε με τα ρούχα της γριά-Ανδρομάχης πήρε
και τη μαγκούρα της και σκυφτός πέρασε από την πλατεία ανάμεσα σε Γερμανούς.
Ο Αγγελής
Μπουρής (αδελφός του Φίλιππα) συνελήφθη με το Ντίνο Ασημακόπουλο και μερικούς
ακόμη. Οι Γερμανοί τους οδηγούσαν στον τόπο της εκτέλεσης. Όταν περνούσαν δίπλα
στου Σταυράκη Βρύση, οι πιο πάνω μαζί με έναν τρίτον ξέφυγαν από το τσούρμο και
έτρεξαν προς έναν αχυρώνα που ήταν εκεί κοντά. Ένας Γερμανός έριξε μια ριπή και
σκότωσε τον τρίτο. Ο Αγγελής κρύφτηκε πίσω από ένα μεγάλο βαγένι. Μπήκε ο
Γερμανός και με τη ξιφολόγχη τρυπούσε τη φάκνα που υπήρχε σε ένα αμπάρι διότι
υπέθεσε ότι εκεί μέσα θα είχαν κρυφτεί. Μετά κοίταξε δίπλα στο βαγένι κοντά
στον τοίχο. Ο Αγγελής γύρισε από την άλλη μεριά. Ο Γερμανός πήγε να κοιτάξει
από την άλλη, και ο Αγγελής ξαναγύρισε στην πρώτη. Μετά το κρυφτούλι ο Γερμανός
έβαλε φωτιά στον αχυρώνα. Όταν φούντωσε η φωτιά, ανέβηκαν στο πάνω πάτωμα για
να πηδήσουν από το παράθυρο. Ρωτούσαν ένα γέρο αν βλέπει κανέναν Γερμανό.
Ο γέρος ήταν βαρήκοος και δεν καταλάβαινε. Πήγε στο σπίτι της Γαρουφαλιάς και
της λέει «δύο παιδιά κάτι θέλουν, δεν πάς να δεις;» Εκείνη πήγε και τους
είπε να φύγουν, και αυτοί πήδησαν την ώρα που τους ζώνανε οι φλόγες.
Στους
συγκεντρωθέντες στην πλατεία είπαν ότι η «ομιλία» δεν θα γινόταν εκεί, αλλά έξω
από το χωριό. Τότε έγινε βέβαιο τί θα ακολουθούσε και προκλήθηκε πανικός.
Οι γυναίκες ακολούθησαν την πομπή του θανάτου και έτρεχαν πίσω από τους άντρες
τους για να τους συγκρατήσουν. Οι Γερμανοί τις απώθησαν με τους υποκόπανους των
όπλων. Μια έγκυος δεν άφηνε να την σπρώξουν πίσω και ακολούθησε τον άντρα
της ουρλιάζοντας. Οι Γερμανοί βαρέθηκαν τις φωνές της και την έκλεισαν σε μια
εκκλησία.
Οι άμαχοι
αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν στη θέση «Λιθακιά», όπου τους περίμενε το απόσπασμα. Οι
σκοπευτές με τα πολυβόλα δεν άργησαν να τελειώσουν το αποτρόπαιο έργο τους. Οι
ριπές των πολυβόλων ακούστηκαν σε όλο το χωριό. Σκοτώθηκαν όλοι εκεί εκτός από
δύο. Ο φίλιππος Γκρίντζος έπεσε πρώτος τραυματισμένος, και από πάνω του έπεσε
νεκρός ο αδελφός του Τριαντάφυλλος. Αυτό τον γλίτωσε και επέζησε. Ο δάσκαλος
Δημήτριος Παντελιάς έζησε με μια σφαίρα στην κοιλιά για ένα μήνα, και πέθανε
μέσα σε φρικτούς πόνους.
Αλλά οι
Γερμανοί δεν είχαν τελειώσει το έργο τους. Ξαναγύρισαν στο χωριό και
έβαλαν φωτιά σε πολλά σπίτια χρησιμοποιώντας μια εύφλεκτη σκόνη. Έκαψαν και το
σχολείο το οποίο είχε κτίσει ο Συγγρός. Την Εκκλησία δεν την πείραξαν. (Αυτή
την είχε κάψει ο Καραϊσκάκης όταν κυνηγούσε τον Ζαΐμη πληρωμένος με λεφτά που
του είχε δώσει ο Κουντουριώτης από το Αγγλικό Δάνειο.) Έβγαλαν από την εκκλησία
την έγκυο σε κακή κατάσταση και την άφησαν στο έλεος της μοίρας της. Τότε
σκότωσαν και τους 5 Μαμουσιώτες που τους είχαν αγγαρεύσει με τα άλογά τους.
Οι
γυναίκες, μάνες και σύζυγοι, μετέφεραν πάνω σε σκάλες, γιούς και συζύγους, και
τους έθαψαν στο νεκροταφείο. Εκεί που οι σημερινοί νεκροί είχαν θάψει ευλαβικά
τους 4 Γερμανούς που είχαν σκοτωθεί στη μάχη της 16-10-1943. Ο Ερυθρός Σταυρός
προσέφερε μερικές σκηνές. Το μεγάλο πέτρινο σπίτι του Ζαΐμη στο πάνω μέρος του
χωριού δεν κάηκε. Εκεί κατέφυγαν μερικές οικογένειες για να βγάλουν το χειμώνα.
Όλοι έψαχναν στα ερείπια των σπιτιών τους να βρούνε ότι απόμεινε. Ο Φίλιππος
Μπουρής και η γυναίκα του Παρασκευή βρήκαν στο αμπάρι τους λίγο σιτάρι
μισοκαμένο. Από αυτό έτρωγαν και έδιναν και στον γιό τους Ανδρέα, 3ων ετών, του οποίου τα
κακάκια έβγαιναν μαύρα.
ΤΕΤΑΡΤΗ 8 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1943 - ΡΩΓΟΙ
Αρχές Δεκεμβρίου 1943, ξεκίνησαν 2 ομάδες Γερμανών, η μία από την Τρίπολη και η άλλη από το Αίγιο, με κατεύθυνση την επαρχία Καλαβρύτων. Σκοπός τους ήταν η διεξαγωγή μιας παραπλανητικής επιχείρησης. Φανερός σκοπός ήταν να πολεμήσουν τους αντάρτες, και μυστικός να περικυκλώσουν τους αμάχους για τη διεξαγωγή αντιποίνων.
Η ομάδα της
Τρίπολης «ανέλαβε» την περιοχή Κλειτορίας. Η ομάδα του Αιγίου «ανέλαβε» τα
χωριά Ρωγοί, Κερπινή, Ζαχλωρού και Μέγα Σπήλαιο. Κατόπιν θα κατελάμβαναν μαζί
τα Καλάβρυτα.
Οι Γερμανοί
από το Αίγιο περνώντας από τη Μαμουσιά, κατέσχεσαν τα άλογα 5 κατοίκων, τα
φόρτωσαν και ανάγκασαν τους ιδιοκτήτες των να τα οδηγήσουν μαζί τους. Αυτοί οι
5 εκτελέστηκαν στην Κερπινή.
Το απόγευμα
της 7ης Δεκεμβρίου 1943, οι Γερμανοί έφθασαν στα Δουμενά και στρατοπέδευσαν
εκεί. Οι κάτοικοι των Ρωγών το έμαθαν αυτό, και μια φοβερή ανησυχία τους
κατέλαβε. Είχε προηγηθεί η μάχη της Κερπινής (16-10-1943), και φοβόντουσαν για
αντίποινα. Μαζεύτηκαν στην πλατεία να συζητήσουν, αν θα έπρεπε να μείνουν στο
χωριό ή να φύγουν. Είχαν μια συγκρατημένη αισιοδοξία ότι δεν θα πάθουν τίποτα
επειδή στη μάχη εκείνη αλλά και γενικώς δεν υπήρχε αντάρτης από τους Ρωγούς. Ο
Παναγιώτης Κηπουργός (Παντόλειος) είπε να μην έχουν καμιά εμπιστοσύνη στους
Γερμανούς. Αυτός είχε κάνει αιχμάλωτος των Γερμανών στην Κρήτη και τους είχε
δει να καίνε ένα χωριό επειδή εκεί βρέθηκαν σκοτωμένοι 2 Γερμανοί. Οι
περισσότεροι απεφάσισαν να μείνουν και να υποδεχθούν φιλικά τους Γερμανούς. Ο
Κηπουργός και μερικοί άλλοι κατέφυγαν στο απέναντι βουνό με τα έλατα και κρύφθηκαν
εκεί. Από εκεί είδαν τα σπίτια τους που καιγόντουσαν.
Πρωί της 8ης Δεκεμβρίου 1943, πριν
από την ανατολή του ηλίου, μία από τις μονάδες του Χανς Εμπερσμπέργκερ (Ebersberger) είχε
περικυκλώσει τους Ρωγούς. Πολλοί κάτοικοι βρισκόντουσαν ακόμη στα κρεβάτια τους
και ξύπνησαν αιφνιδιασμένοι.
Επί κεφαλής
της μονάδος αυτής ήταν ο δεκανέας (!) Κόνραντ Ντένερτ. Τέννερ τον έλεγαν στους
Ρωγούς και με αυτό το όνομα έμεινε διαβόητος. Ο Τέννερ είχε ηγηθεί μιας άλλης ομάδος Γερμανών στην
επιχείρηση εναντίον του χωριού Αχλαδιά Αιγίου στις 27 Νοεμβρίου 1943. Έκανε
τότε ανακρίσεις με βασανιστήρια στο Δημοτικό Σχολείο, για να του αποκαλύψουν το
κρησφύγετο των ανταρτών. Η Μαρία Βασιλοπούλου βασανίστηκε άγρια με την απειλή
όπλου, για να αποκαλύψει που βρισκόταν ο άντρας της, και πιθανόν κακοποιήθηκε.
Τη άλλη μέρα υπέκυψε στα τραύματά της.
Ο Τέννερ
υπηρετούσε στον 5ο Λόχο με λοχαγό τον Σόμπερ, που είχε βάση στο Αίγιο. Αυτός ο Λόχος ήταν,
που στις 16 Οκτωβρίου 1943, ενεπλάκει στη μάχη της Κερπινής. Ο Τέννερ δεν
ακολούθησε τον λόχο του, επειδή γνώριζε ελληνικά, και ο Εμπερσμπέργκερ του
ανέθεσε να κάνει κάτι μεταφράσεις. Έτσι έμεινε στο Αίγιο και γλίτωσε. Ο Τέννερ
έχει καταληφθεί από εκδικητική μανία για τον θάνατο των συντρόφων του και ήρθε
να ξεσπάσει πάνω στους αμάχους.
Τώρα
οι Ρωγοί περικυκλωμένοι από παντού, βρισκόντουσαν σε πολιορκία. Όποιος είχε
ιδέα να το σκάσει, ριψοκινδύνευε τη ζωή του.
Ο Τέννερ
έδωσε διαταγές στους «πολιτισμένους» παλληκαράδες του να ερευνήσουν όλα τα
σπίτια και να αρπάξουν ότι εύρισκαν. Πήραν ρούχα, τρόφιμα, πρόβατα, γίδια,
γουρούνια και κότες. Πλιάτσικο κανονικό. Του Σταύρου Γκρίντζου του πήραν
το κρασί. Πρώτα τον έβαλαν να πιεί ο ίδιος, επειδή φοβόντουσαν μήπως ήταν
δηλητηριασμένο. Διέταξαν τους κατοίκους να τα φορτώσουν στα άλογά τους και τα
πήραν. Ο Παναγιώτης Ασημακόπουλος (Κελεπούρας) από την Κερπινή έβοσκε τα
πρόβατά του μαζί με τον πατέρα του στο σημείο που είχε γίνει η μάχη της
16-10-1943, την οποία και είχε παρακολουθήσει. Τους έπιασαν οι Γερμανοί και
τους ανάγκασαν να πάνε τα πρόβατα στους Ρωγούς. Ο πατέρας κάτι υποψιάστηκε και
είπε του γιού του να φύγει. Ο Παναγιώτης νόμιζε ότι οι Γερμανοί θα έδιναν
αποζημίωση για τα πρόβατα που κατέσχεσαν, και πήγε μαζί τους στους Ρωγούς.
Τελικά και οι δύο, πατέρας και γιός, βρέθηκαν μέσα στην εκκλησία που έγινε η
εκτέλεση. Ο πατέρας εκτελέστηκε. Ο Παναγιώτης κρύφθηκε στο Ιερό μαζί με άλλους,
και όταν οι Γερμανοί έβαλαν φωτιά στην εκκλησία, διέφυγαν από την πόρτα του
Ιερού. Ο Παναγιώτης γλίτωσε και όταν το 1955 ήρθε ένας Γερμανός στους Ρωγούς,
του χίμηξε να τον σπάσει στο ξύλο.
Μαζί με
τους Γερμανούς ήταν και ένας Ιταλός που ήξερε Ελληνικά. Η Ιταλία είχε
συνθηκολογήσει πριν από 3 μήνες. Φαίνεται πως αυτός ο Ιταλός θα ήταν κάποιος
φανατικός Φασίστας που θα πήγε με τους Γερμανούς. Αυτόν έστειλε ο Τένερ να πάει
από σπίτι σε σπίτι και να ειδοποιήσει όλους τους άνω των 15 ετών, να πάνε στην
πλατεία το απόγευμα διότι θα τους έβγαζε λόγο ο Γερμανός διοικητής. Όποιος δεν
θα πήγαινε θα του καίγανε το σπίτι.
Αντί να
τους βγάλει λόγο ο «διοικητής» Τέννερ, τους οδήγησε στην εκκλησία της Αγίας
Βαρβάρας, που είναι κάτω από την πλατεία. Όταν έφθασαν εκεί οι κάτοικοι είδαν
το πολυβόλο που ήταν στημένο στο προαύλιο και δεν ήθελαν να προχωρήσουν, αλλά
οι Γερμανοί με σπρωξιές τους ανάγκασαν να μπούνε στην εκκλησία. Ο παπά-Χρήστος
Κανελόπουλος πήγε στην Αγία Τράπεζα και προσευχόταν.
Δύο
Γερμανοί μπήκαν στην εκκλησία και διέταξαν πέντε να βγούνε έξω, και σε άλλους
πέντε να περιμένουν τη σειρά τους. Έστησαν τους πέντε πρώτους μπροστά στο
κυπαρίσσι που υπάρχει ακόμη δίπλα στην πόρτα και τους εκτέλεσαν. Όσοι ήσαν μέσα
στην εκκλησία άκουσαν τις ριπές και κατάλαβαν περί τίνος επρόκειτο. Όταν οι
Γερμανοί είδαν ότι οι επόμενοι πέντε δεν έβγαιναν ... οικειοθελώς, ξαναμπήκαν
μέσα και με τα πιστόλια στο χέρι τους ανάγκασαν να βγούνε. Μετά από αυτά ο παπά-Χρήστος
βγήκε έξω και τους απεκάλεσε βαρβάρους. Τον σκότωσαν εκεί μπροστά στην
πόρτα της εκκλησίας του.
Πολλοί από
όσους απέμειναν ακόμη μέσα έκαναν έξοδο από τη πλαϊνή πόρτα. Έτρεξαν ως την
άκρη του προαυλίου για να πηδήξουν κάτω στον γκρεμό. Τοίχος βάθους 5-6 μέτρων.
Όταν τους είδαν οι Γερμανοί άρχισαν να πυροβολούν. Σκοτώθηκαν μερικοί πριν
πηδήξουν, διότι κατά μήκος του πλαϊνού προαυλίου υπήρχε φράκτης με λουλούδια,
και καθυστέρησαν ώσπου να τον περάσουν. Μερικοί κατόρθωσαν να πηδήσουν κάτω
τραυματισμένοι και έμειναν εκεί ακίνητοι. Ένας Γερμανός, πιθανόν ο ίδιος ο Τέννερ,
κατέβηκε και τους έδινε την χαριστική βολή με πιστόλι. Ο Ανδρέας Ξυνός δεν
είχε τραυματιστεί και έκανε τον πεθαμένο. Ο Γερμανός του έριξε τη βολή αλλά του
πέρασε από το μάγουλο και γλίτωσε. Η ουλή φαινόταν για όλα τα επόμενα χρόνια.
Άλλοι πέντε
μπήκαν στο Ιερό και σκαρφάλωσαν στο τέμπλο ψηλά πίσω από τα μικρά εικονίσματα
που σχηματίζεται ένα κοίλωμα. Το τέμπλο ήταν ξυλόγλυπτο έργο τέχνης. Εκεί
κρύφτηκαν ο Σταύρος Γκρίντζος, ο Παναγιώτης Ασημακόπουλος (Κελεπούρας) από την
Κερπινή, και 3-4 ακόμη. Ένας Γερμανός μπήκε στην Εκκλησία και έριξε ριπές
με το αυτόματο πάνω στις εικόνες. Οι σφαίρες βρήκαν δύο νεαρά παιδιά μικρότερα
των 20 ετών. Οι άλλοι άκουσαν τον Γερμανό που έσκιζε τα βιβλία από το ψαλτήρι
και με τα χαρτιά έβαζε φωτιά. Όταν φούντωσε η φωτιά, οι άνθρωποι αυτοί πήδησαν
κάτω και βγήκαν από την πόρτα του Ιερού που ήταν αφύλακτη. Πήδησαν τη μάντρα
που σε κείνο το σημείο είχε μικρότερο βάθος.
Άλλοι δύο,
μεταξύ των οποίων και ο Θεοφάνης Θεοφανόπουλος, υπάλληλος του Δημοσίου Ταμείου
Καλαβρύτων, ανέβηκαν στο ταβάνι της εκκλησίας. Αυτοί κάηκαν ζωντανοί.
Μετά οι
Γερμανοί έβαλαν φωτιά σε όλα σπίτια. Γλίτωσαν μόνον τρία που οι γυναίκες
κατάφεραν να σβήσουν τη φωτιά. Έκαψαν και το Σχολείο.
Μετά
από 29 χρόνια (18-6-1972) ο Εισαγγελέας του Μονάχου, που διενεργούσε
προανάκριση σχετικά με τα γεγονότα αυτά απεφάνθη, επί λέξει:
«Δεν
μπορεί να διαπιστωθεί ότι κατά την εφαρμογή των αντιποίνων στους Ρωγούς
ξεπεράστηκαν τα όρια του ανθρωπισμού. Η καθαυτό εκτέλεση δεν ήταν απάνθρωπη. Θύματα υπήρξαν άνδρες από
μια συγκεκριμένη ηλικία και πάνω. Γυναίκες ή παιδιά δεν υπήρχαν ανάμεσα στα
θύματα. Σχετικά με το γεγονός ότι κάποιοι από τους συλληφθέντες έχασαν τη ζωή
τους κατά την καταστροφή της εκκλησίας, αυτό συνέβη απλώς (sic) επειδή κρύφθηκαν εκεί
με επιτυχία για να αποφύγουν την εκτέλεση» !!!!!!!!
ΤΕΤΑΡΤΗ 8 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1943 - ΖΑΧΛΩΡΟΥ +
ΜΕΓΑ ΣΠΗΛΑΙΟΝ
ΖΑΧΛΩΡΟΥ
Την ίδια
μέρα με την Κερπινή και τους Ρωγούς, μια άλλη μονάδα του Εμπερσμπέργερ,
κατέλαβε τη Ζαχλωρού, Άνω και Κάτω. Οι Γερμανοί ακολούθησαν την ίδια τακτική.
Κάλεσαν τους κατοίκους να συγκεντρωθούν στο Σταθμό. Το προσωπικό του τραίνου το
έκλεισαν στο Σταθμό και δεν το πείραξαν.
Τους
κατοίκους οδήγησαν πιο πάνω στο σημείο που στενεύει το ποτάμι και εκεί τους
εκτέλεσαν. Στη συνέχεια, κατά την πρoσφιλή τους μέθοδο,
έβαλαν φωτιά σε σπίτια και στάβλους.
Οι Γερμανοί
έβγαλαν από το Σταθμό τους υπαλλήλους και τους ανάγκασαν να σπρώξουν μια μηχανή
στον κατήφορο. Η μηχανή κατέβαινε με μεγάλη ταχύτητα, χωρίς δόντια, και σαν από
θαύμα δεν εκτροχιάστηκε πουθενά. Θα έφθανε ως το Διακοφτό και κάπου θα έκανε
ζημιά. Ο Σταθμάρχης της Ζαχλωρούς κατόρθωσε χωρίς να γίνει αντιληπτός να
ειδοποιήσει τηλεφωνικά τον Σταθμό Διακοπτού. Ένας μηχανοδηγός, ο Κοκκίνης –
παραθέριζε το 1970 στην Κερπινή – πήρε μια μηχανή από το Διακοπτό και πήγε να
πιάσει την άλλη που κατέβαινε. Σταμάτησε κάπου στα Νιάματα και την περίμενε.
Όταν την είδε να έρχεται ανέπτυξε ίση ταχύτητα αντίθετα, και όταν οι δύο
μηχανές ήρθαν σε επαφή, σιγά-σιγά λιγόστευε την ταχύτητά του. Τέλος
φρέναρε και σταμάτησαν. Συνέδεσε την μηχανή και τη ρυμούλκησε μέχρι το
Διακοφτό.
ΜΕΓΑ ΣΠΗΛΑΙΟΝ
Ένα τμήμα της μονάδος που κατέλαβε τη Ζαχλωρού, ανέβηκε στο Μέγα Σπήλαιο και έστησε ένα πυροβόλο των 75 mm. Οι Γερμανοί όταν αντελήφθησαν ότι ορισμένοι άντρες προσπαθούσαν να εγκαταλείψουν το Μοναστήρι, έριξαν οβίδες στις εξόδους του και τους εμπόδισαν. (Ο Εμπερσμπέργκερ επαίνεσε αργότερα την απόδοση των πυροβολητών γι’ αυτή τους την επιτυχία, λέγοντας ότι η χρήση του όπλου αυτού αποδείχθηκε «πολύ χρήσιμη».) Συνέλαβαν και όσους βρήκαν εκτός μονής μέχρι απόσταση 1 χιλιόμετρο.
Το απόγευμα
ήρθε διαταγή μέσω ασυρμάτου από τον Εμπερσμπέργκερ, να εκτελεστούν οι
συλληφθέντες. Η εκτέλεση έγινε ώρα 5 το απόγευμα. Την ίδια ώρα
έγιναν και οι εκτελέσεις σε Ρωγούς, Κερπινή, και Ζαχλωρού. Γερμανική ακρίβεια.
Οι
συλληφθέντες οδηγήθηκαν πιο πέρα από το μοναστήρι σε έναν γκρεμό βάθους 200
μέτρων. Άλλους τους πέταξαν ζωντανούς, άλλους που αντιστάθηκαν τους πυροβόλησαν
και τους πέταξαν νεκρούς ή τραυματίες. Τα θύματα ήταν μοναχοί, προσωπικό
της μονής, και 4 προσκυνητές.
Δώδεκα
ημέρες μετά την καταστροφή και των Καλαβρύτων (13-12-1943), ανήμερα
Χριστούγεννα του 1943, ο διοικητής πυροβολαρχίας του 670ου συντάγματος συνέταξε
την τελική αναφορά του. Αναφέρει τις «εμπειρίες»
σχετικά με την «επιχείρηση Καλάβρυτα».
Για την συμπεριφορά τον κατοίκων γράφει τα ακόλουθα:
«Σε γενικές
γραμμές ο πληθυσμός συμπεριφέρθηκε συγκρατημένα. Παρά την αναμονή κάποιων
αντιποίνων, δεν περίμενε την καταστροφή των σπιτιών του και την εκτέλεση των
ανδρών. Ο φόβος για τους συμμορίτες ήταν μέχρι τώρα μεγαλύτερος από
εκείνον της Γερμανικής Βέρμαχτ.»
Τώρα που το κατάλαβε ο
Εμπερσμπέργκερ ήταν αργά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου