Γράφει Ο
Θεόδωρος Αντωνόπουλος
Θεόδωρος Αντωνόπουλος
Ο τρύγος αντιπροσωπεύει, για τον
αμπελοκαλλιεργητή, την πραγματικότητα μετά από έναν χρόνο εργασίας μέσα στο
αμπέλι του.
Είναι μια περίοδος καθοριστική για το κρασί μια κι είναι
δραματικά σημαντική η ακρίβεια με την οποία πρέπει να καθοριστεί η στιγμή του
τρύγου. Οι καλύτερες σοδειές είναι αυτές που τα σταφύλια μαζεύονται σε πλήρη
ωριμότητα χωρίς να υπάρχει μεγάλη παρέκκλιση από τις 100 ημέρες μετά την
άνθιση!!!
Όσο κι αν ακούγεται υπερβολικό θα πρέπει να καταφέρει
κανείς να τρυγήσει όταν τα σάκχαρα είναι αρκετά ώστε να δώσουν τους
απαραίτητους βαθμούς χωρίς να χρειαστεί προσθήκη ζάχαρης ή νερού και παράλληλα
να έχει και το ιδανικό PH! Μια ολόκληρη επιστήμη που σε
οδηγεί στο καλό αποτέλεσμα. Ένα κρασί χωρίς παρεμβάσεις είναι πάντα ένα
καλύτερο κρασί!.
Ο τρύγος γίνεται χειρωνακτικά ή με μηχανικό τρόπο. Αναμφισβήτητα ο πρώτος τρόπος είναι και ο καλύτερος. Απαιτεί βέβαια πολλά άτομα που το καθένα θα πρέπει να έχει κι έναν συγκεκριμένο ρόλο. Οι τρυγητές που μαζεύουν τα σταφύλια, οι μεταφορείς που συλλέγουν τα καλάθια και τα προωθούν στην αρχή της κάθε σειράς, αυτοί που θα τα μεταφέρουν μέχρι το πατητήρι και ο επικεφαλής που συντονίζει τις εργασίες.
Το κόψιμο ενός τσαμπιού μοιάζει εύκολο πράγμα! Στην
πραγματικότητα όμως δεν είναι. Οι τρυγητές μένουν σκυμμένοι για πολλές ώρες,
συνήθως κάτω από τον ήλιο, και πρέπει να προσέχουν ώστε κάθε τσαμπί να μένει
ακέραιο αφού του αφαιρέσουν πρώτα ρόγες σάπιες ή πειραγμένες και βέβαια τα
φύλλα.
Τα καλάθια και τα τελάρα όπου συλλέγεται το σταφύλι θα
πρέπει να είναι καθαρά και όχι ιδιαίτερα μεγάλα για να μην ταλαιπωρείται ο
καρπός.
Τέλος, όσο πιο γρήγορα μετά τον τρύγο συνθλιβούν τα
σταφύλια, τόσο μεγαλύτερες μπορούν να είναι οι προσδοκίες για καλής ποιότητας
κρασί..
Κάθε Φθινόπωρο, από τα αρχαία χρόνια μέχρι και τις μέρες
μας, γίνονται εορτές κατά την εποχή του τρύγου, κατά τις
οποίες επικρατεί μεγάλη ευθυμία. Παρόλο τον κόπο, παντού όπου γίνεται τρύγος,
δεν λείπουν τα τραγούδια και τα πειράγματα. Και πάντα υπάρχει η γιορτή πριν το
ξεκίνημα και η ακόμα μεγαλύτερη στο τέλος του κάθε τρύγου
Στην Αρχαία Αθήνα έπαιζαν και ένα παράξενο
παιχνίδι, τα «Ασκώλια». Φούσκωναν ένα ασκί από δέρμα τράγου και το άλειφαν με
λάδι. Οι νέοι χόρευαν πάνω στο ασκί. Οποιος κατόρθωνε να σταθεί όρθιος πάνω στο
ασκί ήταν ο νικητής, και έπαιρνε ως βραβείο ένα άλλο ασκί γεμάτο μούστο. Όποιος
γλιστρούσε και έπεφτε, άκουγε τα πειράγματα των άλλων.
Τον τρύγο τραγούδησαν πολλοί ποιητές.
Ο
Όμηρος γράφει στην Ιλιάδα:
Κι αμπέλι μέσα σκάλισα σταφύλια φορτωμένο,
χρυσό και όμορφο, κι ήτανε μαύρα σταφύλια επάνω.
Στηρίζονταν τα κλήματα σε φούρκες ασημένιες.
Κι ένα μονάχα βρίσκονταν στ’ αμπέλι μονοπάτι,
απ’ όπου περνοδιάβαιναν οι τρυγητάδες, όταν
το αμπέλι αυτό τρυγούσανε, και τρυφερές παρθένες.
Κι αγόρια όλα ανοιχτόκαρδα μές σε πλεχτά καλάθια
εκουβαλούσαν τον καρπό που είναι γλυκός σαν μέλι.
Κι ανάμεσά τους έπαιζε μαγευτικά ένα αγόρι
την άρπα τη γλυκόφωνη, ενώ το ωραίο τραγούδι
του Λίνου το τραγούδαγε με την γλυκιά φωνή του.
Κι εκείνοι αντάμα ρυθμικά, χτυπώντας με τα πόδια
τη γή, ακολουθούσανε με αλαητά και πήδους.
Ο
Ησίοδος (8ος αιών π.Χ.) γράφει:
Τα αμπέλια άλλοι τρυγούσανε κρατώντας
κλαδευτήρια
κι από τα μεγάλα κλήματα, που ήταν
γεμάτα φύλλα,
κι ασημοκληματόβεργες, μαύρα σταφύλια
κι άσπρα
οι τρυγητάδες έκοβαν, κι άλλλοι τα
κουβαλούσαν
μέσα στα καλάθια...
Ο Απόλλωνας εφθόνησε τον Λίνο γιατί ήταν
καλύτερος μουσικός και τον σκότωσε.
Ενα «λαϊκό» τραγούδι έλεγε:
Ὦ Λίνε, που σε τίμησαν περἰσσια
όλοι οι θεοί, γιατί σε σένα πρὠτα
εδώσανε τη χάρη, στους ανθρὠπους
να τραγουδήσης ὀμορφο τραγούδι
με τη γλυκιά σου φωνή. Μα ο Φοίβος
από την πολλή τη ζήλεια σε σκοτώνει.
Κι οι Μούσες τώρα σε πικροθρηνούνε.
Και
στη νεώτερη εποχή, ένα τραγούδι λέγει:
-Αμπέλι μου πεντάφυλλο και
κοντοκλαδεμένο,
για δεν ανθείς, για δέν καρπείς, σταφὐλια για δεν
βγάζεις;
Μου χάλασες, παλιάμπελο, κι εγώ θα σε πουλήσω.
-Μή με πουλάς, αφέντη μου, κι εγώ σε
ξεχρεώνω.
Για βάλε νιούς και σκάψε με, γέρους και κλάδεψέ με,
βάλε γριές, μεσόκοπες να με βλαστολογήσουν,
βάλε κορίτσια ανύπαντρα να με κρφολογήσουν.
Η χαρά και η ζωηρότητα των σκηνών του τρύγου στην
αρχαἰα εποχή δεν έφυγε από τη χώρα μας, μα ο ενθουσιασμός δεν γεμίζει πιά τη
δική μας ψυχή.
Ίσως επειδή δεν αγαπούμε πια τη φύση βαθιά
και όσο της πρέπει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου